Κυριακή 4 Μαΐου 2008

ΕΠΙΘΥΜΙΑ

Έπειτα από το πέρας ανάγνωσης του Tender is the Night και της πρωτοφανούς – αλλά εύλογα δικαιολογημένης – επιθυμίας μου να επισκεφτώ τη Γαλλική Ριβιέρα με μία ξανθιά κοπέλα που γνώριζα πως κι εκείνη επιθυμούσε να επισκεφτεί τη Γαλλική Ριβιέρα (δίχως να έχει διαβάσει ούτε μία σελίδα από το Tender is the Night), παρευθύς κατέληξα σε μία ταβέρνα να τρώω ιδρωμένος (λόγω κλειστοφοβίας) και αγχωμένος (λόγω μίας λαδιάς στο παντελόνι μου), ένα παρηγορητικό ψαρονέφρι (– αγγλιστί tenderloin – και μειδιώ στην ειρωνεία) σε ένα ορεινό χωριό που λέγεται Θέρισσος (όπου τα Όρη είναι τόσο λευκά όσο και ορισμένες ρωσικές Νύχτες) με μία μελαχρινή κοπέλα με πατρικά απωθημένα και έναν πρωτόγνωρο για εκείνη, φόβο στους ιθυφάλλους – που ούτε καν γνώριζε τι εστί Fitzgerald. Παντού αιωρείτο η μυρωδιά προβάτων και γιδιών – ακόμα και μέσα στην ταβέρνα. Κι όσο τρυφερή ήταν η χειμερινή νύχτα (παρά τις απεχθείς μυρωδιές της), τόσο ωμά και δύσπεπτα (σαν το προαναφερθέν ψαρονέφρι) ήταν τα θερινά της όνειρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: