Κυριακή 29 Ιουνίου 2008

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Ήταν νωρίς το πρωί όταν άρχισα να ακούω το No. 1 από τα Gnossiennes του Satie. Βρισκόμουν στην γκαρσονιέρα της. Μύριζα Lux Shimmering Sea και το δωμάτιο σεξ. Εκείνη είχε πάει στο σχολείο για να διδάξει στα οκτάχρονα την τέχνη της ρουφιανιάς – δασκάλα επαρχιακού ελληνικού σχολείου γαρ. Ήξερα ότι ήταν οι τελευταίες ώρες μου σε τούτη την γκαρσονιέρα, σε τούτο το νησί, ήξερα ότι λίγο πριν φύγει, όταν την αποχαιρέτισα και μέσα σε ένα σύντομο εναγκαλισμό μύρισα το λαιμό της, ήταν η τελευταία φορά που μύριζα την Gaultier άψογα συνδυασμένη και τέλεια ισορροπημένη με την προσωπική της ευωδία. Ετοίμασα τις βαλίτσες μου, δίχως να ξεχάσω να πακετάρω πολύ προσεκτικά τις αναμνήσεις μου. Όταν βγήκα στο κρύο των Χανίων, άφησα τη φωλιά της αδειανή. Στην ανηφόρα προς το αεροδρόμιο, εκεί, κοντά στις Νύμφες και την Κουκουβάγια, άρχισα να αισθάνομαι περισσότερο απελευθερωμένος από πληγωμένος και γνώριζα πως ήταν η τελευταία φορά που θα έβλεπα τη θέα των Χανίων από εκείνο ακριβώς το σημείο όπου μία ημέρα πριν είχαμε μοιραστεί τη θέα μαζί και εκείνη να πίνει τη ζεστή σοκολάτα της πολύ προσεκτικά δίχως να της τσουρουφλίζει τα χείλη και τη γλώσσα η καθεαυτή σοκολάτα κάτω από τον αφρό, να πίνει τον επιφανειακό αφρό και όχι την καυτή αληθινή σοκολάτα που τσουρουφλίζει τα χείλη και τη γλώσσα και καμιά φορά το έγκαυμα μένει ανεπούλωτο, και να μου δείχνει με το δαχτυλάκι της μακριά, στους πρόποδες του λόφου, «εκεί που έχει ομίχλη τώρα», το σχολείο όπου διδάσκει, να μου έχει λείψει ο Satie μου, η ηρεμία μου, η αληθινή σοκολάτα και όχι ο αφρός, το πρωί όταν εκείνη έφυγε άρχισα να ακούω Satie, όταν έφτασα στο αεροδρόμιο, ακόμα βουτηγμένος στο ψύχος των Χανίων, στο γκρίζο του ουρανού, στο τσουρούφλισμα της σοκολάτας, στο πλήγμα των ενοχών, γνώριζα πως θα ’ταν η τελευταία φορά που βρισκόμουν σε τούτο το άσχημο αεροδρόμιο και τώρα που προσγειώνομαι και διαβάζω κάτι από Nietzsche περί επιθυμιών, το μόνο που με προβληματίζει είναι ότι το γνωρίζει κι εκείνη.

Τρίτη 17 Ιουνίου 2008

ΑΠΑΡΝΗΣΗ

Μία επιρροή

Μίσησα τόσο πολύ τον εαυτό μου όταν συνειδητοποίησα πόσο άχρηστη και πέρα για πέρα ακίνδυνη ήταν η τέχνη που έκανα όσο ήμουν επηρεασμένος από τούτον τον τελειωμένο ρομαντικό της δεκάρας, Bachelard, που κόντεψα να μην κάνω ποτέ ξανά τέχνη και να μη συμφιλιωθώ ποτέ με τον εαυτό μου. Τώρα σκέφτομαι πως δε θα είχα αμφισβητήσει, απαρνηθεί και τελικά, σιχαθεί τον Bachelard και συνεπώς, την τέχνη μου που ήταν επηρεασμένη από τον Bachelard, εάν δεν είχα αγαπήσει τον Bachelard και ενθουσιαστεί με την τέχνη που έκανα όσο αγαπούσα τον Bachelard. Τώρα, δε δίνω δεκάρα για το τι λέει ο Bachelard.

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2008

ΧΩΝΕΥΣΗ

Έπειτα από το διαζύγιο μεταξύ των γονέων εγκάρδιας φίλης μας, η ίδια προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Ακόμα η αδερφή μου δεν μπορεί να το χωνέψει», αναφερόμενη (εικοτολογήσαμε) σε ένα ψαρονέφρι το οποίο είχε φάει η αδερφή της εγκάρδιας φίλης μας, λίγες μέρες πριν, σε μία ταβέρνα σε ένα ορεινό χωριό ενός ελληνικού νησιού.